- ἀποκαίνυμαι
- ἀποκαίνῠμαι,A suipass, vanquish, τῆ δ' αὖτ' . . ἀπεκαίνυτο πάντας in wrestling again he vanquished all, Od.8.127; οἶος δή με . . ἀπεκαίνυτο τόξῳ ib.219, cf. A.R.2.783.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
αποκαίνυμαι — ἀποκαίνυμαι (Α) [καίνυμαι] υπερτερώ, υπερέχω … Dictionary of Greek
ἀποκαίνυμαι — suipass pres ind mp 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεκαίνυτο — ἀποκαίνυμαι suipass imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκαίνυσθαι — ἀποκαίνυμαι suipass pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκαίνυτο — ἀποκαίνυμαι suipass imperf ind mp 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)